Πατριαρχικό Συλλείτουργο από τους Προκαθημένους των Εκκλησιών Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας στον Ιερό Ναό Αγίου Ισαακίου
[gallery]
Την Κυριακή των Αγίων Πάντων, στις 30 Μαΐου 2010, οι Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως και Μόσχας τέλεσαν συλλείτουργο στον Ιερό Ναό Αγίου Ισαακίου της Αγίας Πετρουπόλεως.
Πριν την Θεία Λειτουργία οι Ιεραρχία των δυο Εκκλησιών και πολυάριθμος ιερός κλήρος της πόλεως υποδέχθηκαν τους Προκαθημένους στην Προκυμαία του Ναυαρχείου απ΄ όπου άρχισε η πανηγυρική πομπή προς τον Ναό. Χιλιάδες πιστοί προσήλθαν για να παρακολουθήσουν την λειτουργία.
Επίσης συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες Αυστρίας Μιχαήλ, Μυριοφύτων Ειρηναίος, Γαλλίας Εμμανουήλ, Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Βλαδίμηρος, Αγίας Πετρουπόλεως και Λάντογκας Βλαδίμηρος, Μίνσκ και Σλούτσκ Φιλάρετος, Κρουτίτσης και Κολόμνας Ιουβενάλιος, Κισινέφ και Μολδαβία Βλαδίμηρος, ο Πρωτοσυγκελεύων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βαρσανούφιος, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων, Μητροπολίτης Οδησσού και Ιζμαήλ Αγαθάγγελος, πλήθος Ιεραρχών και κληρικών της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στο Ιερό παρέστη προσευχόμενος επίσης και ο Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος (Οικουμενικό Πατριαρχείο).
Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κύριλλος καλωσόρισε τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη ως εξής:
«Παναγιώτατε Αρχιεπίσκοπε Κωνσταντινουπόλεως – Νέας Ρώμης και Οικουμενικέ Πατριάρχα, αγαπητέ εν Χριστώ Αδελφέ και Συλλειτουργέ κ. Βαρθολομαίε! Σεβασμιώτατοι αδελφοί αρχιερείς! Αξιοσέβαστοι πατέρες, αδελφοί και αδελφές!
Έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από την επίσημη μου επίσκεψη στη Βασιλεύουσα πόλη του Κωνσταντίνου. Και χαίρομαι να Σας καλωσορίσω, Παναγιώτατε, στην γενέτειρά μου, στην πόλη του Αγίου Πέτρου. Παρά τη διαφορά ηλικίας και εποχών, υπάρχουν πολλά κοινά σημεία ανάμεσα σε αυτές τις πόλεις. Και η μεν και η δε ευρίσκονται υπό τη σκέπη των πρεσβειών του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων Αγίου Ανδρέα. Η καθεμία ήταν πεπρωμένη να γίνει το θεμέλιο και το σημείο αναφοράς του μεγάλου πολιτισμού. Και οι δυο πόλεις ήταν πρωτεύουσες των δυο μεγάλων ορθοδόξων αυτοκρατοριών. Και δεν είναι μόνο αυτά, τα οποία ενώνουν τις μοίρες αυτών.
Στην ιστορία της ανθρωπότητας πολλές υπήρχαν οι περίφημες πόλεις και οι πολιτισμοί. Ισχυρές σαν τους γίγαντες, μεγαλοπρεπείς σαν τον Πύργο της Βαβέλ, υψώνοντο πάνω από τον κόσμο φτάνοντας έως τους ουρανούς. Τα ονόματά και τα έργα τους ήταν ξακουστά δε όλη την οικουμένη. Και όμως, όπως λέει η Αγία Γραφή, οὐ τούτους ἐξελέξατο ὁ Θεὸς οὐδὲ ὁδὸν ἐπιστήμης ἔδωκεν αὐτοῖς (Βαρ. 3. 27). Δεν εσώζοντο οι γίγαντες ἐν πλήθει ἰσχύος αὐτών (Ψαλ. 32. 16), και οι πύργοι της Βαβέλ βυθίζονταν στην άμμο χωρίς να μείνουν τα ίχνη τους. Δεν άντεξαν στην δοκιμασία του χρόνου, διότι θεμελιώθηκαν πάνω σε λανθασμένη βάση.
Όμως υπήρχαν και οι άλλες πόλεις, οι οποίες αποδεικνύονταν ζωντανές παρ΄ όλες τις δοκιμασίες που διήλθαν. Και η δύναμη τους δεν εντοπίζεται στο θρίαμβο της κοσμικής εξουσίας, ούτε στην οικονομία, και την πολεμική ισχύ, αλλά στο πνευματικό μεγαλείο, το οποίο ενσαρκώνουν. Μέσα σε αυτές τις πόλεις τοποθετώ και την Πόλη της Πατριαρχικής Σας καθέδρας, και τη γενέτειρά μου την Πετρούπολη. Η ιστορία τους ήταν γεμάτη από συμφορές και περιστάσεις, άλλα το όνομα του Χριστού πάντα σεμνύνετο μέσα τους και εξακολουθεί να τις διαφυλάσσει από την αδυναμία και τη λήθη.
Η πόλη αποτελεί το θεμέλιο του πολιτισμένου κόσμου, την έκφραση της συνοχής και της ενότητάς του. Η επιδίωξη του ίδιου σκοπού ευρίσκεται στην ουσία της κάθε ανθρώπινης ένωσης. Εάν ο σκοπός αυτός είναι ευτελής και πρόσκαιρος, δεν αδυνατεί να ενώσει για πολύ χρόνο. Εάν δε αντίθετα ο σκοπός είναι ωραίος και υψηλός, τότε για να τον επιτύχουν οι άνθρωποι μπορούν να ενωθούν διαχρονικώς, για αιώνες, όντες πρόθυμοι να προσφέρουν, σε περίπτωση ανάγκης, ακόμα και την ίδια τους τη ζωή.
Ο άνθρωπος χαρακτηρίζεται από την αναζήτηση της ενότητας. Αυτή η ενότητα αρχίζει από τη διαφύλαξη του προσώπου του, δηλαδή από την επιθυμία να είναι ακέραιος και ολοκληρωμένος. Επανακτείται στους δεσμούς της οικογένειας και του γάμου, στον κύκλο συγγενών, φίλων και ομοϊδεατών. Τέλος, η ομοψυχία στην επιδίωξη του αρίστου, η απόρριψη μικροσυμφερόντων, η αγάπη του ανθρώπου για την Πατρίδα, για τη χώρα του, όλα αυτά συγκροτούν την κρατική και την εθνική ενότητα.
Όμως υπάρχει και μια άλλη διαφορετική κοινότητα, η οποία είναι η ένωση στον Χριστό, στη μυστηριώδη κοινωνία των αιωνίων αγαθών. Δεν διέπεται από τους νόμους του επείγειου κόσμου και τις περιπτώσεις της πρόσκαιρης ζωής μας. Είναι προσιτή αποκλειστικά σε όσους εν αληθεία και σιωπηλή ευλάβεια τιμούν τη Μία Υπεραγία Τριάδα. Αυτή η ένωση εντοπίζεται μέσα στη δική μας Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η σημερινή εορτή των Αγίων Πάντων ακολουθεί την εορτή της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Πνεύματος: σήμερα εορτάζουμε τη συνέχεια της Πεντηκοστής για όλο το ανθρώπινο γένος και για όλη την ανά της Οικουμένης Εκκλησία.
Η Εκκλησία στον επίγειο κόσμο μοιάζει με αυτό τον περικαλλή ναό, όπου μόλις τελέσαμε τη Θεία Λειτουργία. Έχει πάθει πολλά και πολλές φορές άλλαζε την ορατή του μορφή, κατόπτριζε τόσο την κατάσταση της πίστης, όσο και της Πολιτείας, όμως μέσα του κατοικούσε αόρατα η χάρη που τον αγίασε. Έτσι είναι και η Εκκλησία, η οποία ζει και πνέει στη γή με τη μόνη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η αιωνιότητά της είναι στην Ουράνια Εκκλησία, στη χορεία αγίων όλων των λαών και όλων των ιστορικών εποχών. Και σαν τον επίχρυσο τρούλο του Αγίου Ισαακίου η Εκκλησία των αγίων του Θεού βασιλεύει αιωνίως επί του εφήμερου της κοσμικής πόλεως και της σκόνης των κοσμικών επιδιώξεων, εκτός των νομικών συνόρων και πολιτικών διενέξεων.
Η σημερινή μας πανήγυρη, αγαπητέ και Παναγιώτατε αδελφε, αφιερώνεται στην ενότητα της Οικουμενικής Εκκλησίας. Γνωριζόμαστε χρόνια και χαίρομαι που με κάθε επόμενη συνάντηση πλησιάζουμε περισσότερα ο ένας προς τον άλλον, ότι ενισχύονται οι σχέσεις μεταξύ των κατά τόπους Εκκλησιών, και ότι χάρη στην αγιότητα και στην πληρότητα της Οικουμενικής Ορθοδοξίας υπερνικάται κάθε διχόνοια.
Έχουμε κοινά ιερά και κοινούς αγίους. Εκτιμόμαστε πολύ ότι έχετε προσκυνήσει τα ιερά μας, τα μοναστήρια και τους ναούς της Μόσχας και της Αγίας Πετρουπόλεως, επισκεφθήκατε τον Ιερό Ναό του Αγίου Ανδρέα, ένα μερος που υπηρέτησε ο Άγιος Ιωάννης ο Κρονστάνδης. Θα σας μνημονεύουν στις προσευχές τους οι μοναχοί στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου και στην Ιερά Μονή του Βαλαάμ.
Κάποτε, το 1993, επισκεπτόμενος την Ρωσία, είπατε χαρακτηριστικά ότι παίρνετε μαζί σας το μισό μόνο της καρδιάς σας, διότι το άλλο μισό το αφήσατε εδώ. Ας ελπίσουμε ότι αυτή την φορά η καρδιά σας θα μείνει εδώ ολόκληρη. Εφόσον όμως αυτή είναι καρδιά του Προκαθημένου της Ορθόδοξης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως αυτή θα μείνει επίσης ολόκληρη και στην Εκκλησία σας. Θα ζήσουμε στο επίπεδο των καρδιών μας, θερμαίνοντας ο ένας τον άλλο αλλά και το λαό μας με την αμοιβαία αγάπη. Ενώ η δική μου καρδιά και οι καρδιές των πιστών μας πάντα θα μείνουν μαζί σας στις προσευχές και στην ενότητα της κοινής μας Αγίας και Οικουμενικής Εκκλησίας. Χριστός εν τω μέσω ημών!»
Ως ενθύμιο προσευχής ο Αγιώτατος Πατριάρχης προσέφερε στον Παναγιώτατο κ. Βαρθολομαίο μια μεγάλη εικόνα της Παναγίας Θεοωδορόφσκαγια στολισμένη με πολύτιμους λίθους, υπενθυμίζοντας την ιστορία αυτής της εικόνας, τονίζοντας ότι την εικόνα της Παναγίας Θεωδορόφσκαγια έδωσε ευλογία στον πρώτο τσάρο της δυναστείας των Ρωμανώφ Μιχαήλ του Θεωδόρου η μητέρα του. αυτή η συγκεκριμένη εικόνα καλλιτεχνήθηκε με δαπάνες του Μητροπολίτη Αγίας Πετρουπόλεως και Λάντογκας Βλαδιμήρου.
Ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος απαντώντας στον χαιρετισμό ανέφερε το εξής:
«Αγιώτατε! Ιερώτατοι αδελφοί αρχιερείς, αγαπητοί πατέρες και αδελφοί, τέκνα εν Κυρίω ευλογημένα!
Ὀρθῶς ὁ προφητάναξ Δαυΐδ προανεφώνησεν ὅτι «παρά Κυρίου τά διαβήματα ἀνθρώπου κατευθύνεται» (Ψαλμός 36, 23). Τά διαβήματα ὅθεν τῆς ἡμετέρας Μετριότητος μετά καί τῆς τιμίας συνοδείας ἡμῶν κατηυθύνθησαν παρά Κυρίου καί ἰδού ἤλθομεν ταπεινοί προσκυνηταί τῶν ἐν τῇ εὐλογημένῃ γῇ τῆς Ρωσσίας ἱερῶν θησαυρισμάτων.
Καί τανῦν εὑρισκόμεθα εἰς πόλιν ἁγίαν, τήν τοῦ Μεγάλου Πέτρου πόλιν, τήν ἁγίαν καί ἡρωϊκήν ἐν ταὐτῷ. Οὐδείς δικαιοῦται ἵνα ἀμνημονήσῃ τήν πανθαύμαστον ἀντίστασιν τοῦ λαοῦ τῆς πόλεως ταύτης ἐναντίον τῆς πανισχύρου καί καταστροφικῆς δυνάμεως τοῦ Ναζισμοῦ.
Φρικιᾷ τις ὅταν εἰς παλαιά ἐπίκαιρα παρουσιάζεται, ὅσον τό δυνατόν, ὁ ἄπελπις ἀλλά καί πεισματικός ἀγών τῶν ἐντός τῆς πόλεως ἐναπομεινάντων κατά τήν πολιορκίαν τῶν ἐννεακοσίων ἡμερῶν. Ἀντιμετώπισεν ἀναριθμήτους ἐφόδους, ἀνηλεεῖς βομβαρδισμούς, καταιγισμούς σφυροκοπημάτων διά τηλεβόλων τελειοτάτου τύπου σκορπιζόντων τόν ὄλεθρον. Ἐμέτρησεν ἑκατόμβας θυμάτων, ἕν ἑκατομμύριον κατά τούς μετριωτέρους ὑπολογισμούς, ἔζησε λιμόν φοβερόν καί λοιμόν βροτολοιγόν, ἀλλ᾿ ἔμεινεν ἀπαρασάλευτος, ὡς ὁ φρουρός ἐκεῖνος πύλης τινός τῆς Πομπηΐας, ὅστις οὐδέ βῆμα ποδός ἀπέστη τῆς θέσεως αὐτοῦ καίτοι ἡ τά πάντα κατακαίουσα λάβα κατεκάλυπτεν αὐτόν.
Γέγονεν οὕτω μία πόλις σύμβολον ἡρωϊσμοῦ, ἐγκαρτερήσεως καί πίστεως εἰς τά ἰδανικά τῆς ἐλευθερίας.
Ἀπό τῆς ἱδρύσεως αὐτῆς ὑπό τοῦ Μεγάλου Πέτρου ἐν ἔτει σωτηρίῳ 1703ῳ ἤλλαξε τετράκις ὄνομα ἀκολουθοῦσα τάς πολιτικάς μεταβολάς, ἀλλ᾿ οὐδ᾿ ἐπί στιγμήν ἀντήλλαξε τήν πατρῴαν εὐσέβειαν.
Δεῖγμα ἀψευδές ἡ εὐεργετική παρουσία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης. Ἡ μνήμη αὐτοῦ παραμένει ἐναργής, τά θαύματα συνεχίζονται καί αἱ πρεσβεῖαι αὐτοῦ πρός Κύριον σκέπουσι τήν πόλιν ταύτην ἕως τοῦ νῦν καί ἕως οὗ ὁ Κύριος τῆς δόξης ἔλθῃ.
Πρόσχες δέ καί εἰς συγκυρίαν ἀγαθήν. Ἡ γέννησις τοῦ προμνησθέντος Μεγάλου Πέτρου τῇ 30ῇ Μαΐου τοῦ ἔτους 1672 γέγονεν αἰτία ἵνα ἀνεγερθῇ ναός εἰς τιμήν τοῦ ἐν αὐτῇ τῇ ἡμέρᾳ ἑορταζομένου Ἁγίου, τοῦ Ὁμολογητοῦ καί Ὁσίου Ἰσαακίου.
Ἦν δέ οὗτος ὁ Ἅγιος, Σῦρος μέν τήν καταγωγήν ἀλλά τῆς Κωνσταντίνου πόλεως οἰκήτωρ. Ἡ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἱδρυθεῖσα Μονή κατά τούς χρόνους Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου, κειμένη ἔξω τῆς πύλης τοῦ Σατορνίνου τῶν τειχῶν τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἐν τῇ συνοικίᾳ τῶν Αὐρηλιανῶν τῇ ἐπί τοῦ ἑβδόμου λόφου, τοῦ καί Ξηρολόφου ἐπικαλουμένου, ὑπῆρξεν ἐπί αἰῶνας πολλούς κέντρον πνευματικόν ἐξάκουστον. Ἦν δέ ὁ ὅσιος καί ὁμολογητής σθεναρός ἀντιπαραταχθείς πρόσωπον πρός πρόσωπον πρός τόν ἀρειανίζοντα αὐτοκράτορα Οὐάλεντα.
Ἤλθομεν λοιπόν καί ἡμεῖς ἵνα προσκυνήσωμεν τόν συμπολίτην ἡμῶν Ἅγιον, καθ᾿ ὅτι οὐδ᾿ ἴχνος τῆς Μονῆς αὐτοῦ σῴζεται, καί ἵνα ἀποθαυμάσωμεν τόν εἰς τιμήν αὐτοῦ μεγαλοπρεπῆ καί ὑπερμέγιστον Ναόν, ὅν ἡ εὐλάβεια τῶν προγόνων ὑμῶν ἀνήγειρε διά φιλοτίμου βεβαίως αὐτοκρατορικοῦ «ἀποκομβίου» καί ὅστις πολλάς περιπετείας ὑπέστη, γενόμενος ἀκόμη καί ἀθεΐας μουσεῖον. Ἀλλά ζῇ Κύριος! Διέλυσεν ἐπινοίας ἀφρόνων τῶν διαλαλούντων διατόρως ὅτι «οὐκ ἔστι Θεός» ὡς κονιορτόν ἀπό ἅλωνος θερινῆς (Δανιήλ 2, 35).
Τυγχάνει, ὅθεν, ὁ Ἅγιος Ἰσαάκιος εἷς κρῖκος ἰσχυρός ἐκ τῶν πεντήκοντα χρυσῶν κρίκων δι᾿ ὧν συνάπτονται ἀρρήτως αἱ δύο αὐλαῖαι, αἱ Ἐκκλησίαι τῆς Κωνσταντίνου Νέας Ρώμης καί τῆς Ρωσσίας εἰς σκηνήν μίαν (πρβλ. Ἐξόδου 26, 6). Ἡ ἀδιάρρηκτος αὕτη ἑνότης ἐν τῇ πίστει, ἐν ταῖς παραδόσεσιν, ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ τάξει, ἀπαίτησίς ἐστι τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ὅπερ «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε», συγκροτοῦν ὅλον τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας. Αὕτη γάρ «κῆπός ἐστι κεκλεισμένος» (Ἆσμα Ἀσμάτων 4, 12). Ὁ φραγμός τοῦ ἱεροῦ τούτου κήπου οὐ καθαιρεθήσεται ποτέ, οὐ σῦς ἐκ δρυμοῦ λυμανθήσεται, οὐδέ μονιός ἄγριος κατανεμήσεται τοῦτον (πρβλ. Ψαλμ. 79, 14). Ἐκκλίνει παρεμβολάς ἀλλοτρίων (Ἑβραίους 11, 34), ἡ δέ μάνδρα αὐτοῦ λύκοις ἐστίν ἀνεπίβατος.
Πολλά ἔχομεν εἰπεῖν διά τήν πλουσιοπάροχον ξενίαν, διά τήν ἀγάπην τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Μόσχας καί πάσης Ρωσσίας, ἡμῖν δέ ἀγαπητοῦ ἀδελφοῦ κυρίου Κυρίλλου, διά τάς ἐπιδαψιλεύσεις τοῦ Ἱερωτάτου Μητροπολίτου Ἁγίας Πετρουπόλεως καί Λαντόγκας κ. Βλαδιμήρου, διά τήν ὑποδοχήν τοῦ εὐσεβοῦς καί εὐλογημένου λαοῦ˙ ὅμως, ἵνα τοῦ προκατόχου τῆς ἡμετέρας Μετριότητος, τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου μνησθῶμεν, «τόν πῶλον περί τήν νύσσαν κεντῶμεν ἵνα μή τοῦ λόγου παρατεινομένου, ἀηδής γένηται διά τόν κόρον» (Λόγος εἰς τό Γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος).
Εὐχαριστοῦμεν ἐκ μέσης καρδίας δι᾿ ὅσα εἴδομεν, ἀκηκόαμεν καί ᾐσθάνθημεν. Εὐλογοῦμεν ἀμφοῖν χεροῖν ὑμᾶς πάντας. Δεόμεθα πρός Κύριον ἵνα χαρίζηται ὑμῖν πᾶσι, ποιμέσι καί ποιμαινομένοις, ἄρχουσι καί ἀρχομένοις, ὑγιείαν ἀστεμφῆ ἐν ἔργοις ἀγαθοῖς, δι᾿ ὦν δοξάζεται τό πάντιμον καί μεγαλοπρεπές ὄνομα τοῦ Οὐρανίου ἡμῶν Πατρός.
Μετά χειμῶνα βαρύν, τό ἔαρ ἦλθεν εἰς τήν Ρωσσικήν γῆν, «ἔαρ φυσικόν, ἔαρ πνευματικόν, ἔαρ ψυχῶν», καθ᾿ ἅ φησιν ὁ πρότριτα μνημονευθείς Ἅγιος Γρηγόριος (Λόγος εἰς τήν Καινήν Κυριακήν).
Μείνατε ἀπαρασάλευτοι ἐν τῇ ἁγίᾳ Ὀρθοδόξῳ πίστει. Ἐξαιτούμεθα τάς ἐκτενεῖς προσευχάς ὑμῶν διά τήν ἐν Κωνσταντινουπόλει πρωτόθρονον Ἐκκλησίαν τήν ἀπό αἰώνων δοκιμαζομένην καί ἐσταυρωμένην. Εὐχήθητε ἵνα μή ἐκλείψῃ πώποτε ὁ καμψάκης τοῦ ἐλαίου ἀπό τοῦ Φαναρίου τοῦ καί ὑμᾶς ποτε φωτίσαντος. Ἵνα μή γίνῃ λίνος τυφόμενος ἐλλείψει ἐλαίου (Ματθ. 5, 5). Πλήν, ἡ ἐλπίς ἡμῶν ὁ Πατήρ ἐστι, καταφυγή ἡμῶν ὁ Υἱός, σκέπη τό Πνεῦμα τό Ἅγιον.
Πιστεύομεν ὅτι οὐ παύσησθε εἰς τόν αἰῶνα προσευχόμενοι διά τήν Μεγάλην τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίαν. Τοῦτο μόνον, τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα, ζητοῦμεν. Τάς προσευχάς ὑμῶν. Σας ευχαριστούμε, αγαπητέ Αγιώτατε Πατριάρχα Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ. Κύριλλε για την αγάπη σας προς το πρόσωπό μας και όλη τη συνοδεία μας. Σας ευγνωμονούμε για τα τρία αυτά συλλείτουργα με τα οποία διατρανώσαμε την ενότητα της Εκκλησίας εν τω συνδέσμω ειρήνης. Επευλογούμε τον λαό του Θεού από τη Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Αφήναμε εδώ όπως προαναφέρατε την καρδία μας, με την γή αυτή, με την Εκκλησία αυτή, με το λαό αυτή και με σας. Είθε η ενότητα και η αδελφότητά μας να είναι εις δόξαν θεού και για την ειρήνη του σύμπαντος κόσμου. Ο Χριστός εν μέσω ημών πάντα!»