Συνάντηση του Προκαθημένου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας
Με τον Πρόδερο της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας κ. Ρουμέν Ράντεφ είχε συνάντηση στις 4 Μαρτίου 2018, κατά την επίσκεψή του στη Βολγαρία στα πλαίσια των εορτασμών της 140ης επετείου απελευθερώσεως της χώρας από τον Οθωμανικό ζυγό ο Αγιώτατος Πατριάρχης Μόσχας και Πασών ων Ρωσσιών κ.κ. Κύριλλος. Στις συνομιλίες επίσης συμμετείχε και ο Αγιώτατος Πατριάρχης Βουλγαρίας κ.κ. Νεόφυτος.
Η συνάντηση φιλοξενήθηκε στην κατοικία του Αρχηγού Κράτους στη Σόφια. Ο οικοδεσπότης υποδέχθηκε τον Αγιώτατο κ. Κύριλλο στην είσοδο του κτιρίου.
Ανάμεσα στους συμμετάσχοντες της συναντήσεως ήταν ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών του Πατριαρχείου Μόσχας, ο Αρχιεπίσκοπος Σολνετσνογκόρσκ Σέργιος, Προϊστάμενος της Διοικητικής Γραμματείας του Πατριαρχείου Μόσχας, ο Αναπληρωτής Πρόεδρος του ΤΕΕΣ Πρωθιερέας Νικόλαος Μπαλασόφ, ο Αρχιμανδρίτης Φίλιππος Βασίλτσεφ, Προϊστάμενος του Μετοχίου της Ρωσικής Εκκλησία στη Σόφια, ο Πρωθιεράς Ίγκορ Γιακιμτσούκ, Γραμματέας του ΤΕΕΣ επί των Διορθοδόξων Υποθέσεων και ο Προϊστάμενος του Γραφείου Τύπου του Ρώσου Προκαθημένου Ιερέας Αλέξανδρος Βόλκοφ.
Τον Προκαθήμενο της Βουλγαρικής Εκκλησίας συνόδευσαν οι Μητροπολίτες Στάρα Ζαγκαρᾶς Κυπριανός, Ρούσσης Ναούμ, Βράτσης Γρηγόριος, ο Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου Επίσκοπος Μελενίκου Γεράσιμος, ο Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Σόφιας Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Σάβοβ.
Από την πλευρά του Γραφείου του Προέδρου παρέστησαν ο Προϊστάμενος του Γραφείου κ. Ίβο Χρήστοφ, ο Α’ Γραμματέας του Προέδρου κ. Δημήτριος Στογιάνοφ, ο Γραμματέας επί εξωτερικής πολιτικής του Προέδρου της Βουλγαριας κ. Αθανάσιος Κρστιν.
Καλωσορίζοντας τον Αγιώτατο Πατριάρχη Κύριλλο ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας ανέφερε: «Είναι μεγάλη μας τιμή και ευχαρίστηση να υποδεχόμαστε Εσᾶς και την συνοδεία Σας. Η Βουλγαρική πλευρά εξαίρει την επίσκεψή Σας και τη συμμετοχή Σας στους εορτασμούς με αφορμή την εθνική μας εορτή».
Ο κ. Ρ. Ράντεφ τόνισε την πνευματική παράδοση της Ορθοδοξίας για τη διαφυλαξη και προώθηση των ανέκαθεν φιλικών σχέσεων μεταξύ των λαών της Βουλγαρίας και της Ρωσίας. «Μεταξύ των λαών μας υφίστανται μακραίωνες πολιτιστικοί δεσμοί και είναι μεγάλος ο ρόλος των Εκκλησιών Ρωσίας και Βουλγαρίας στις σχέσεις αυτές», σημείωσε.
«Έκρινα απαραίτητο αυτές τις ημέρες να ευρίσκομαι εδώ, διότι ο ηρωϊκός αγώνας του Ρωσικού και του Βουλγαρικού λαού για την απελευθέρωση της Ορθοδόξου Βουλγαρίας είναι μια ιδιαίτερη σελίδα στην ιστορία των λαών μας», υπογράμμισε ο Προκαθήμενος της Ρωσικής Εκκλησίας και επεσήμανε το πόσο σημαντικό είναι οι απλοί άνθρωποι και οι κρατικοί ηγέτες να διατηρούν μνήμη αυτών, ανεξαρτήτως των πολιτικών συγκυρίων.
Η Αυτού Αγιότητα υπενθύμισε τα ιστορικά πλαίσια, στα οποία η Ρωσία άρχισε τον αγώνα υπέρ της απελευθερώσεως των Βουλγάρων. «Ο Κριμαϊκός πόλεμος ήταν πόλεμος σχεδόν της ενωμένης Ευρώπης κατά της Ρωσίας, η οποία υπερασπίσθηκε τους Ορθοδόξους στη Μέση Ανατολή και τα Πανάγια Προσκυνήματα. Η Ρωσία ηττήθηκε σ’εκείνο τον πόλεμο. Για σκεφθείτε την κατάσταση μέσα στην οποία ελήφθη η απόφαση να συμμετάσχει στην απελευθέρωση της Βουλγαρίας. Ολόκληρη η Ευρώπη τάχθηκε κατά. Ήταν ανάγκη να αντιμετωπισθεί αυτός ο «διπλωματικός αποκλεισμός», προκειμένου να ληφθεί η απόφαση περί της συμμετοχής του Ρωσικού στρατού στην απελευθέρωση της Βουλγαρίας. Η Ρωσία δεν λογάριασε την Ευρώπη: κινούμενη από την αγάπη προς τον Βουλγαρικό λαό, και για να επαναλάβω ακόμη μια φορά, εξασθενιμένη από τον προηγούμενο πόλεμο, με ουδεμία υποσήριξη στον κόσμο, άρχισε τον αγώνα για την απελευθέρωση των Βουλγάρων. Είναι ένα μεγάλο παράδειγμα του πως η πνευματική, πολιτιστική, θρησκευτική αλληλεγγύη βοηθούν στην αντιμετώπιση του πολιτικού πραγματισμού».
Επειδή την παραμονή κατά την επίσημη τελετή στην Πλατεία της Εθνοσυνελεύσεως απέναντι στο μνημείο του Τσάρου-Απελευθερωτή Αλεξάνδρου του Νικολάου εκφράσθηκε ευγνωμοσύνη για την απελευθέρωση του Βουλγαρικού λαού όχι στον ενωμένο Ρωσικό στρατό, αλλά στις χωριστές χώρες, οι λαοί των οποίων εκείνη την εποχή ήταν μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή στην Πολωνία και τη Λιθουανία, ο Αγιώτατος Πατριάρχης τόνισε: «Δεν ήταν η Πολωνία, ούτε η Λιθουανία, αλλά ούτε και κάποιες άλλες χώρες, αλλά η Ρωσία, η οποία απελευθέρωσε τη Βουλγαρία. Θέλω να είμαι ειλικρινής, δυσκολεύθηκα να ακούσω αναφορές στη συμμετοχή άλλων χωρών στην απελευθέρωση της Βουλγαρίας. Ούτε η Βουλή της Πολωνίας, αλλά ούτε και της Λιθουανίας αποφάσισαν για την έναρξη του πολέμου κατά της Οθωμανικής Τουρκίας. Τασσόμαστε υπέρ της ιστορικής αλήθειας, την οποία κερδίσαμε με το αίμα μας, και δεν υπάρχουν ούτε πολιτικές, αλλά ούτε και πραγματιστικές αιτίες, οι οποίες σήμερα επιτάσσουν την αποσιώπηση ή παρερμηνεία αυτής της αλήθειας».
Ο Αγιώτατος κ. Κύριλλος ευχαρίστησε τον Πρόεδρο και την κρατική ηγεσία της Βουλγαρίας, όσο και την Ορθόδοξη Εκκλησία της Βουλγαρίας για τη διεξαγωγή εορτασμών με αφορμή την σημαντική επέτειο. Το ιωβηλαίο «βοήθησε ακόμη μια φορά σε όλους μας να καταλάβουμε εκείνο το τεράστιο ρόλο της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην απελευθέρωση της Βουλγαρίας», σημείωσε ο Πατριάρχης Κύριλλος. Ακόμη ο Αγιώτατος κ. Κύριλλος εξέφρασε την ελπίδα ότι στη συνείδηση του λαού της Βουλγαρίας, της πολιτικής ελίτ της χώρας θα διατηρείται ο σεβασμός και η ευγνωμοσύνη έναντι των μεγάλων θυσιών, τις οποίες προσέφερε ο Ρωσικός λαός, που απελευθέρωσε τη Βουλγαρία παρ’όλες τις πολιτικές συγκυριές.
«Σᾶς παρακαλώ πολύ να καταβάλετε κάθε προσπάθεια, προκειμένου να διατηρείται στη Βουλγαρική κοινωνία η μνήμη του ηρωϊκού ρόλου της Ρωσικής Εκκλησίας, της Βουλγαρικής Εκκλησίας και του Ρωσικού λαού, ανεξαρτήτως της πολιτικής συγκυρίας», είπε αποτεινόμενος στον Πρόεδρο της χώρας ο Πατριάρχης Κύριλλος.
Αφού τόνισε ότι κάθε κουβέντα για τη φιλία ελέγχεται από την πραγματικότητα, ο Προκαθήμενος της Ρωσικής Εκκλησίας ανέφερε: «Εάν μιλώντας για τη φιλία, λησμονούμε θυσίες, οι οποίες προσφέρθηκαν για την απελευθέρωση της Βουλγαρίας, τα λόγια αυτά παύουν να έχουν τη σημασία τους. Γνωρίζω ότι η Βουλγαρία ενδιαφέρεται να προωθεί τις διμερείς σχέσεις με τη Ρωσία και αυτές οι σχέσεις πρέπει να εκμεταλλεύονται το μεγάλο εκείνο πνευματικό, ιστορικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό δυναμικό, το οποίο υπάρχει μεταξύ των χωρών μας. Ελάτε από κοινού να πράξουμε το παν, προκειμένου αυτό το δυναμικό να λειτουργήσει προς το καλύτερο μέλλον της Ρωσίας και της Βουλγαρίας. Αγαπάμε τη Βουλγαρία και το Βουλγαρικό λαό, ανεξαρτήτως της πολιτικής συγκυρίας».
Από την πλευρά του ο Αρχηγός Κράτους τόνισε ότι η Βουλγαρία σε καμία περίπτωση δεν υποτιμά τη συμβολή του Ρωσικού στρατού στην απελευθέρωση της χώρας, «αλλά ο Ρωσικός στρατός ήταν πολυεθνικός και τιμούμε τη μνήμη του κάθε έθνος...Σεβόμαστε την ιστορία μας, όπου αυτός ο πόλεμος χαρακτηρίζεται ως Ρωσοτουρκικός απελευθερωτικός, και όχι Πολωνοτουρκικός ή κάπως αλλιώς».
Αφού ευχαρίστησε τον συνομιλητή για τη διευκρίνηση αυτή, ο Αγιώτατος κ. Κύριλλος αναφέρθηκε στο χαιρετισμό του Προέδρου της Βουλγαρίας μετά το πέρας του Ιερού Τρισαγίου στο μνημείο στο πέρασμα της Σίπκα, όπου ετάφησαν Ρώσοι στρατιώτες και οι Βούλγαροι λαϊκοί στρατιώτες, οι οποίοι έπεσαν υπέρ της Βουλγαρίας. «Εξαίρω την προσωπική Σας συμβολή και τη θέση Σας, την οποία ξεκαθαρίσατε ακομη και μέσα από την πρώτη μας συνομιλία και την παρέμβασή Σας. Σᾶς θεωρώ σπουδαίο ηγέτη του Βουλγαρικού λαού και δεινό ρήτορα», υπογράμμισε ο Αγιώτατος κ. Κύριλλος.
Αναφερόμενος στην τελετή στο πέρασμα στη Σίπκα, ο Πατριάρχης Κύριλλος επεσήμανε: «Έζησα μια βαθιά πνευματική εμπειρία. Κατάλαβα ότι ανεξαρτήτως της πολιτικής, η οποία ασκείται από την κρατική εξουσία στη Βουλγαρία, ο Βουλγαρικός λαός διατηρεί βαθιά εγνωμοσύνη προς το Ρωσικό λαό». Ο Πατριάρχης Κύριλλος εξέφρασε την ελπίδα ότι οι αρχές θα λαμβάνουν πλήρη υπόψη τους αυτές τις διαθέσεις ακόμη και στις σχέσεις τους με τον έξωθεν κόσμο.
Στο τέλος υπήρξε ανταλλαγή ενθυμίων.