Πατριαρχείο Μόσχας
Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie για να σας δείξει τις πιο ενημερωμένες πληροφορίες. Συνεχίζοντας να χρησιμοποιείτε τον ιστότοπο, συναινείτε στη χρήση των Μεταδεδομένων και των cookie σας. Διαχείριση cookie
Πρακτικά της Ιεράς Συνόδου από 14ης Σεπτεμβρίου 2019
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2019 τα μέλη της Ιεράς Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας ενέκριναν τα ὡς κάτω πρακτικά, τα οποία είχαν προηγουμένως συζητήσει με τη βοήθεια μέσων τηλεπικοινωνίας.
ΠΡΑΚΤΙΚΑ υπό αριθμό 122
Προέβησαν σε αποτίμηση του αιτήματος του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη Ρενέτο, του επικεφαλής της Αρχιεπισκοπής παροικιών ρωσικής παραδόσεως στη Δυτική Ευρώπη, με το οποίο ζήτησε να ενταχθεί στο Πατριαρχείο Μόσχας με όσους επιθυμήσουν να τον ακολουθούσουν κληρικούς και ενορίες.
Ενημερωτικό σημείωμα:
Η προσωρινή διαποίμανση των Ρωσικών Εκκλησιών στη Δυτική Ευρώπη με κοινή συνεδρία της Ιεράς Συνόδου και του Ανώτατου Εκκλησιαστικού Συμβουλίου τον Μάρτιο 1921 ανατέθηκε στον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Ευλόγιο Georgievsky.
Λόγῳ ιστορικών συγκυριών το 1931 οι υπό τον μητροπολίτη Ευλόγιο παροικίες υπήχθησαν προσωρινά υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ως Εξαρχία. Μερίδα του ποιμνίου δεν αποδέχθηκε την απόφαση, δήλωσε την αφοσίωσή του στο Πατριαρχείο Μόσχας και στη συνέχεια προέβη στην ίδρυση της ενορίας Τριών Ιεραρχών στο Παρίσι. Στη συνέχεια με την ενορία αυτή ενώθηκαν και άλλες ενορίες. Αργότερα βάσει αυτών των ενοριών συστάθηκε η επαρχία Χερσώνος της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας.
Στο μήνυμά του προς το ποίμνιο το Φεβρουάριο 1931 ο μητροπολίτης Ευλόγιος έγραφε: «Με την αποκατάσταση της κοινώς αναγνωρισμένης κεντρικής εκκλησιαστικής εξουσίας και την ομαλοποίηση των συνθηκών διαβιώσεως της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, θα επανέλθουμε στην προηγούμενη κατάσταση… Εισερχόμενοι σε αυτή την οδό, δεν αποκοβόμαστε, βεβαίως, από την Μητέρα Ρωσική Εκκλησία. Δεν…παύουμε να είμαστε ενωμένοι μαζί της…Πρόκειται απλώς για μια προσωρινή διακοπή των επίσημων διοικητικών σχέσεων».
Στις 29 Αυγούστου 1945 ο μητροπολίτης Ευλόγιος και οι δύο βοηθοί του – ο αρχιεπίσκοπος Βλαδίμηρος και ο επίσκοπος Ιωάννης – απέστειλαν γράμμα προς τον Αγιώτατο Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών Αλέξιο Α΄, το οποίο είχε ὡς εξής: «Υικώς παρακαλούμε, αφού σκεπάσετε με την αγάπη τον χωρισμό μας από την Μητέρα Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, να μας δεχθείτε μαζί με τις ενορίες μας στην πατρική σας αγκαλιά και την κανονική ενότητα με όλη την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία». Αυθημερόν οι Ιεράρχες συνεπέγραψαν με τον μητροπολίτη Κρουτίτσης και Κολόμνας Νικόλαο, ο οποίος επισκεπτόταν το Παρίσι με τους συνοδούς του ιερείς, την πράξη, η οποία πιστοποιούσε ότι ο μητροπολίτης Νικόλαος «τέλεσε την κανονική επανένωση με την Μητέρα Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία του Σεβασμιωτάτου μητροπολίτη Ευλογίου και των βοηθών του σύμφωνα με την κοινώς αποδεκτή εκκλησιαστική τάξη». Στις 7 Σεπτεμβρίου 1945 ακολούθησε ο ορισμός της Ιεράς Συνόδου: «Αφού ευχαριστήσουμε τον Κύριο και Θεό, θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι ο μητροπολίτης Ευλόγιος και οι βοηθοί του — ο αρχιεπίσκοπος Βλαδίμηρος και ο επίσκοπος Ιωάννης – με όλες τις 75 ενορίες είχαν επανενωθεί με τη μητέρα Εκκλησία και υπήχθησαν υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας. Ορίζουμε στο εξής η Εξαρχία των δυτικοευρωπαϊκών παροικιών να παραμένει ως έχει με τα υφιστάμενα όριά της με επικεφαλής τον μητροπολίτη Ευλόγιο ως έξαρχο του Πατριαρχείου Μόσχας σύμφωνα με διατάξεις, οι οποίες είναι αποτυπωμένες στο σχετικό Κανονισμό διαποιμάνσεως εκείνων των εκκλησιών».
Σύντομα μετά την εκδημία του μητροπολίτη Ευλογίου στις 8 Αυγούστου 1946 σημαντική μερίδα του κλήρου και του ποιμνίου του υπό τον αρχιεπίσκοπο (μεταγενέστερα μητροπολίτη) Βλαδίμηρο Τιχονίτσκι αποφάσισε να επανέλθει υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Οι ενορίες αυτές υπήχθησαν υπό το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως με μια προσωρινή διακοπή μέχρι το 2018 με διάφορες ονομασίες, με την πλέον γνωστή εκ των οποίων να ήταν η Αρχιεπισκοπή παροικιών ρωσικής παραδόσεως στη Δυτική Ευρώπη.
Στις 27 Νοεμβρίου 2018 η Σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως αποφάσισε τη διάλυση της Αρχιεπισκοπής.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2019 ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Ρενέτο, ο επικεφαλής της Αρχιεπισκοπής, απέστειλε γράμμα στον Αγιώτατο Πατριάρχη Μόσχας και Πασών των Ρωσσιών Κύριλλο, όπου ενημέρωσε για την επιδίωξη της πλειοψηφίας κληρικών και ενοριών της Αρχιεπισκοπής να την διατηρήσουν ἐν λειτουργίᾳ σε σύνθεση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και ζήτησε να υπαχθεί στο Πατριαρχείο Μόσχας με όσους επιθυμήσουν να τον ακολουθήσουν κληρικούς και ενορίες. Επίσης ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης πληροφόρησε ότι στο προσεχές μέλλον εκπρόσωποι εκείνων των ενοριών θα συνέλθουν σε συνέλευση και αποστείλουν στον Αγιώτατο Πατριάρχη και την Ιερά Σύνοδο τις προτάσεις τους σχετικά με τη ιεροκανονική μορφή της οργανώσεώς τους.
ΕΝΕΚΡΙΝΑΝ:
1. Να ευχαριστήσουμε τον Κύριο για την εκπεφρασμένη από τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη Ρεννέτο επιθυμία αυτού, ως αρχιερέως, της πλειοψηφίας του ευαγούς κλήρου και του λαού της Αρχιεπισκοπής των παροικιών ρωσικής παραδόσεως στη Δυτική Ευρώπη για την αποκατάσταση της ενότητας με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, βλέποντας αυτή ως επάξια και δίκαιη ολοκλήρωση της θεραπείας των εκκλησιαστικών διαιρέσεων στο εξωτερικό που ήταν αποτέλεσμα της επαναστάσεως και του εμφυλίου.
2. Ο Σεβασμιώτατος αρχιεπίσκοπος Ιωάννης Ρεννέτο γίνεται δεκτός στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας με την απονομή σε αυτόν τίτλου «Dubninsky», όπως γίνονται δεκτοί και όσοι υπό αυτόν επιθυμήσουν κληρικοί και ενορίες κατόπιν σχετικής βουλήσεώς τους.
3. Στον αρχιεπίσκοπο Dubninsky Ιωάννη ανατίθεται η διαποίμανση των ὡς άνω ενοριών.
4. Μετά τη λήψη του αιτήματος της συνελεύσεως των ενοριών θα γίνει η επιπρόσθετη αποτίμηση με σκοπό τον καθορισμό της κανονικής μορφής της οργανώσεώς τους βάσει των ιστορικώς διαμορφωθεισών ιδιαιτεροτήτων της επαρχιακής και ενοριακής διοικήσεως όπως και των λατρευτικών και ποιμαντικών παραδόσεων, τις οποίες καθιέρωσε ο μητροπολίτης Ευλόγιος λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες στις οποίες λειτουργούσε το υπό αυτόν μερίδιο στη Δυτική Ευρώπη.